top of page

ΑΤΟΜΙΚΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η ατομική ψυχοθεραπεία απευθύνεται σε ενήλικες που αισθάνονται ψυχική δυσφορία, η οποία μπορεί να πάρει πολλές μορφές, όπως άγχος, επεισόδια πανικού, φοβίες, έμμονες ιδέες, ψυχαναγκασμούς, αυτοκτονικούς ιδεασμούς, ψυχοσωματικές δυσκολίες, θλίψη, μελαγχολία, αίσθηση ανεξέλεγκτου θυμού, κλπ. Συχνά οι άνθρωποι προσεγγίζουν ένα επαγγελματία ψυχικής υγείας γιατί επιθυμούν να ανακουφιστούν από τις δυσκολίες αυτές, και αυτό είναι κατανοητό, κυρίως όταν έχουν βιωθεί για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, και οι επιπτώσεις τους στην καθημερινότητα του ανθρώπου αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα δράσης. Οι δυσκολίες αυτές μπορεί να σχετίζονται με συγκεκριμένες εμπειρίες, τραύματα και αναμνήσεις, που χρειάζεται να διερευνηθούν. Είναι όμως σημαντικό να σημειωθεί, ότι η υπαρξιακή ψυχοθεραπεία δεν αποβλέπει αποκλειστικά στην ανακούφιση από τα ‘συμπτώματα’ που ταλαιπωρούν τον θεραπευόμενο, δεν περιορίζεται δηλαδή σε μια ‘παυσίπονη’ λειτουργία. Επίσης, δεν γίνεται να προσδιοριστεί η στόχευση και το τέλος της με όρους ιατρικούς, ορθολογικούς. Είναι μια προσέγγιση που δεν διέπεται από ρυθμιστικές τεχνικές, και δεν εμπίπτει σε καμία ‘προκρούστεια λογική’.  
 
Στην ψυχοθεραπευτική συνεδρία ο θεραπευτής ενθαρρύνει τον θεραπευόμενο να αρθρώσει αυτά που τον απασχολούν, ταλανίζουν, αποσταθεροποιούν, τον καθιστούν καθηλωμένο, για γεγονότα που τον έκαναν να αισθάνεται ότι «έχει χάσει το έδαφος κάτω από τα πόδια του», να κλονιστεί συθέμελα ο τρόπος με τον οποίο μέχρι πρόσφατα αντιλαμβανόταν τον εαυτό του, τους άλλους και τη ζωή γενικότερα. Ο θεραπευτής δεν νουθετεί, δεν επιχειρηματολογεί, αλλά ούτε και παροτρύνει τον θεραπευόμενο για να τον οδηγήσει να νιώσει ή να συμπεριφερθεί 'καλά'. Τον ακούει πολύ προσεκτικά, επιτονίζει και διερευνά τα λεγόμενα του, ‘επιτρέποντας’ και ενθαρρύνοντάς τον να πάρει μια απόσταση από τους κανόνες στους οποίους υπόκειται εκτός συνεδρίας και μέσω της ερωτηματοθεσίας τον κινητοποιεί να διερωτηθεί για τα θεμέλια της ύπαρξης και της ταυτότητας του. Να βρει ένα δικό του τρόπο να μπορέσει να τα βγάλει πέρα με την αδυναμία, την ευαλωτότητα, τη μοναξιά, τα προβλήματα της ανθρώπινης κατάστασης, στα οποία όλοι υπόκεινται. Να βρει ένα δικό του τρόπο να αντέχει τις ψυχικές του συγκρούσεις και να ‘απαλλαγεί’ από τη γεμάτη αδιέξοδα προσδοκία ότι θα μπορούσε να στοχεύσει σε μια ιδανική ψυχική ισορροπία και ευτυχία. 


 

ΨΥΧΙΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ: 
 

Άγχος, επεισόδια πανικού και φοβίες

Εμμονές και καταναγκασμοί

Κατάθλιψη και μελαγχολία

Σεξουαλικά θέματα, σεξουαλικότητα και φύλο

Χωρισμός και διαζύγιο

Εκφοβισμός, παρενόχληση και ενδοοικογενειακή βία

Δυσκολίες σχέσεων και οικογενειακά θέματα

Σωματική, σεξουαλική και συναισθηματική κακοποίηση

Πένθος και απώλειες

Εργασιακό άγχος και εξουθένωση

Δύσκολες μεταβάσεις ζωής

Αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΖΕΥΓΟΥΣ

Μια πληθώρα λόγων μπορεί να οδηγήσει ένα ζευγάρι στο γραφείο του ψυχοθεραπευτή. Συχνά παρατηρείται μια (αναμενόμενη) απόκλιση ως προς το πως αντιλαμβάνεται ο καθένας στο ζευγάρι τις αιτίες που τους έχουν οδηγήσει σε μια τέτοιου είδους βοήθεια. Αυτό αποτελεί και μια ουσιαστική ένδειξη της υποκειμενικότητας του καθενός, που ενώ το ζευγάρι τείνει να την προβληματικοποιεί, ο θεραπευτής την αναδεικνύει και την αξιοποιεί, προσκαλώντας το ζευγάρι να της δώσει την κατάλληλη προσοχή. Αυτό που επίσης συχνά παρατηρείται στην θεραπευτική πρακτική, είναι ότι μολονότι οι θεραπευόμενοι φαίνεται να επιζητούν ουσιαστική ερωτική, συναισθηματική και νοητική επικοινωνία, οι προσδοκίες τους αυτές οδηγούν σε παρεξηγήσεις και ματαιώσεις. Επικοινωνιακές συγκρούσεις, εξωσυζυγικές σχέσεις, κλονισμός εμπιστοσύνης, διαταραχές και αλλαγές στην ερωτική ζωή, αντιφάσεις στους στόχους, απογοητεύσεις, ανικανοποίητες επιθυμίες, δυσκολίες γονεϊκού ρόλου, επιπτώσεις από πιέσεις τρίτων κλπ.

Ο θεραπευτής διεξαγάγει μια αρχική αξιολόγηση, η οποία περιλαμβάνει τη διερεύνηση του ιστορικού της σχέσης του ζευγαριού, τις δυναμικές της σχέσης, τις παρελθούσες αλλά και τρέχουσες προκλήσεις. Παράλληλα, διερευνώνται πως συγκεκριμένες εμπειρίες της πρώιμης ηλικίας και άλλα σημαντικά γεγονότα της ζωής των θεραπευόμενων, σχετίζονται με τις τρέχουσες δυσκολίες του ζευγαριού. Εντοπίζονται και διερευνώνται τα πρότυπα αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας που μπορεί να συμβάλλουν στα ζητήματα της σχέσης, και οι θεραπευόμενοι ενθαρρύνονται να επικοινωνήσουν ανοιχτά και ειλικρινά μεταξύ τους και με τον θεραπευτή. Η θεραπεία αποσκοπεί στην βαθύτερη αποσαφήνιση των επιθυμιών του κάθε θεραπευόμενου και στην ανάλυση των σημείων σύγκλισης και απόκλισης, την ανάληψη της προσωπικής ευθύνης, την ανανέωση του αρχικού ‘συμβολαίου’ της σχέσης, τον αναστοχασμό της ελευθερίας και της δέσμευσης, και τη συν-εξέλιξη στο ζευγάρι. Προσφέρεται η δυνατότητα να ακουσθούν ανοικτά οι ανάγκες, οι φαντασιώσεις και οι απογοητεύσεις του καθενός. Η αντιμετώπιση των υποκείμενων συναισθηματικών και ψυχολογικών παραγόντων μπορεί να βοηθήσει τα ζευγάρια να οικοδομήσουν μια ισχυρότερη βάση για μια πιο ικανοποιητική σχέση και μπορεί να τα βοηθήσει στο να αποκτήσουν μια βαθύτερη κατανόηση του εαυτού τους και της σχέσης τους, οδηγώντας σε μεγαλύτερη συναισθηματική ανάπτυξη και σύνδεση.

Η θεραπεία ζεύγους απαιτεί δέσμευση και από τους δύο συντρόφους ότι θα συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία και δεν λειτουργεί εποικοδομητικά όταν ο ένας ‘εξαναγκάζεται’ από τον άλλο για να συμμετάσχει. Δεν είναι η κατάλληλη διαδικασία για ζευγάρια που βρίσκονται σε οξεία κρίση ή χρειάζονται άμεση παρέμβαση και είναι λιγότερο αποτελεσματική για ζευγάρια που θέλουν να ασχοληθούν με πιο πρακτικά ζητήματα, όπως οικονομικό άγχος, γονεϊκές προκλήσεις, θέματα πρακτικών διευθετήσεων που αφορούν διαζύγιο κλπ. Είναι σημαντικό επίσης να διευκρινιστεί ότι ο θεραπευτής δεν αναλαμβάνει ‘δικαστικό’ ή ‘διαιτητικό’ ρόλο, αλλά δημιουργεί τις συνθήκες επικοινωνιακού σεβασμού και αποτρέπει την αδιέξοδη έκφραση αλληλοκατηγοριών.

ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑ

Παρέχεται κλινική εποπτεία σε εκπαιδευόμενους θεραπευτές, μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς φοιτητές εφαρμοσμένης κλινικής και συμβουλευτικής ψυχολογίας, καθώς και σ’ επαγγελματίες ψυχολόγους, ψυχοθεραπευτές και σύμβουλους ψυχικής υγείας, που ενδιαφέρονται να εμβαθύνουν τη θεραπεία με τους θεραπευόμενούς τους και να εξελίξουν την κλινική τους πρακτική.

Η κλινική εποπτεία είναι μια μείζονος σημασίας συνεργατική διευθέτηση για τον θεραπευτή οποιασδήποτε κατεύθυνσης και θεραπευτικής προσέγγισης και έχει πρωτίστως μια αναπτυξιακή λειτουργία. Στοχάζεται γύρω από την κλινική εργασία του θεραπευτή, τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στις θεραπευτικές του σχέσεις και λειτουργεί ως ‘προασπιστής’ της θεραπευτικής διαδικασίας, δίνοντας την κατάλληλη κατεύθυνση όταν αυτή παρεμποδίζεται από μια πληθώρα παραγόντων. Ο ρόλος του κλινικού επόπτη φέρει μαζί του και ηθική ευθύνη στη παρακολούθηση της εργασίας των εποπτευόμενων ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια των θεραπευόμενων και της κοινότητας, η συμμόρφωση με τις δεοντολογικές κατευθυντήριες γραμμές, προάγοντας τη συζήτηση ηθικών διλημμάτων και πολυπλοκοτήτων, τη λήψη ηθικών αποφάσεων, τη διατήρηση της επαγγελματικής ακεραιότητας και την προώθηση της υπεύθυνης πρακτικής. 

Οι εποπτευόμενοι καλούνται να καθορίζουν οι ίδιοι τι επιθυμούν να διερευνήσουν στις συνεδρίες τους. Ενθαρρύνονται να μιλήσουν ανοικτά για τις δυσκολίες της θεραπευτικής διαδικασίας, βοηθώντας τους μέσω στοχαστικής πρακτικής, να διευρύνουν τη γνώση τους τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο πρακτικής και τεχνικής. Ενθαρρύνεται η αυτόνομη και κριτική τους σκέψη, μέσα σε ένα ασφαλές και δυναμικό πλαίσιο, δίνοντάς τους την δυνατότητα να αναπτύξουν τον δικό του τρόπο αποτελεσματικής εργασίας με τους θεραπευόμενούς τους.

©2024 Δρ. Ανδρέας Βασιλείου  |  ΣΕΨ, BPS, AFBPsS, RAPPS, HCPC, UKCP, FHEA

bottom of page